Ρομποτική Χειρουργική & Αρθροπλαστικές
Εισαγωγή
Η ρομποτική υποβοήθηση είναι μια σχετικά καινούργια τεχνολογία στη μονο-διαμερισματική και δι-διαμερισματική αρθροπλαστική του γόνατος, καθώς και στην ολική αρθροπλαστική του ισχίου. Η λογική της χρήση τέτοιων συστημάτων είναι ότι η ρομποτική υποβοήθηση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη τοποθέτηση των προθέσεων που επηρεάζει τα μακροπρόθεσμα κλινικά αποτελέσματα.
Παρά το γεγονός ότι η σχέση μεταξύ της καλύτερης τοποθέτησης των υλικών και των κλινικών αποτελεσμάτων της αρθροπλαστικής είναι σύνθετη, η έρευνα στη ρομποτική αρθροπλαστική έχει επικεντρωθεί ακριβώς στο ρόλο που έχει στη βελτιώση της συνολικής τοποθέτησης των υλικών, λαμβάνοντας τη θέση και τον άξονα των τοποθετημένων προθέσεων ως συμπληρωματικούς δείκτες ελέγχου των μακροπρόσθεσμων κλινικών αποτελεσμάτων.
Ρομποτικά Συστήματα
Ένα από τα πρώτα ρομποτικά συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν στην αρθροπλαστική ήταν το Robodoc. Στις αρχές του 1990, οι Howard A. Paul, DVM, και William L. Bargar, MD, συνεργάσθηκαν στη δημιουργία ενός συστήματος προετοιμασίας του μηριαίου αυλού, ώστε να διευκολυνθεί η χρήση ενός στυλεού χωρίς τσιμέντο και να βελτιωθεί η ανάπτυξη οστού στην επιφάνειά του.
Μετά την τοποθέτηση του συστήματος πάνω στον ασθενή και την εγγραφή με οδηγούς καθηλωμένους στο οστούν, το ρομπότ δημιουργούσε αυτόματα μια κοιλότητα μέσα στο μηριαίο για να υποδεχθεί τον στυλεό. Παγκοσμίως, το σύστημα χρησιμοποιήθηκε για περισσότερες από 24.000 αρθροπλαστικές, με την εμπειρία από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής να είναι πιο περιορισμένη λόγω της καθυστερημένης αδειοδότησης από τον FDA. Πρόσφατα το σύστημα έχει αρχίσει να χρησιμοποιείται και για ολικές αρθροπλαστικές γόνατος.
Ένα άλλο πρώιμο σύστημα είναι το Acrobot, το οποίο έχει διαφορετική λειτουργικότητα. Πιο συγκεκριμένα, σε αυτό το σύστημα ο χειρουργός ελέγχει όλη τη διαδικασία, ενώ το ρομπότ χρησιμοποιεί δυναμική ανατροφοδότηση (haptic feedback) ώστε να περιορίζει το χειρουργό μέσα στις ασφαλείς ζώνες της επέμβασης. Το μηριαίο και η κνήμη ακινητοποιούνται, και το ρομπότ τοποθετείται σε συνέχεια και γίνεται εγραφή με οδηγούς. Εν συνεχεία, ο χειρουργός προετοιμάζει το μηριαίο και την κνήμη ρομποτικά.
Το σύστημα MAKO έχει διπλή λειτουργικότητα. Προσφέρει τόσο ακουστική όσο και απτική ανατροφοδότηση, περιορίζοντας το χειρουργό σε προκαθορισμένες περιοχές. Οι αρχικές εκδόσεις προϋπόθεταν σταθερή καθήλωση ενός πλαισίου, όμως οι νεότερες εκδόσεις έχουν δυναμικά χαρακτηριστικά παρακολούθησης που οδηγούν σε καλύτερη τοποθέτηση των υλικών. Το σύστημα χρησιμοποιείται στη μονο ή δι- διαμερισματική αρθροπλαστική του γόνατος και στην προετοιμασία της κοτύλης στην ολική αρθροπλαστική του ισχίου.
Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα
Συνολικά, η χρήση των συστημάτων ρομπότ στη μονο-διαμερισματική και δι-διαμερισματική αρθροπλαστική του γόνατος έχει αναδείξει σε κάποιες περιπτώσεις την ικανότητα να βελτιώνει την τοποθέτηση των υλικών (προθέσεων).
Στα μειονεκτήματα περιλαμβάνονται η ανάγκη προεγχειρητικής διενέργειας αξονικής τομογραφίας, η αύξηση του χειρουργικού χρόνου και τέλος ο κίνδυνος πρόκλησης πόνου ή κατάγματος στα σημεία εφαρμογής του συστήματος καταγραφής.
Ίσως το σημαντικότερο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί σε σχέση με τη ρομποτική χειρουργική είναι η σχέση όφελους – κόστους. Το αρχικό κόστος απόκτησης ενός ρομποτικού συστήματος μπορεί να ξεπερνά το 1 εκατομμύριο δολάρια, χωρίς κανείς να υπολογίζει το κόστος συντήρησης και αναλωσίμων. Θα πρέπει να υπάρχουν ουσιαστικές και σημαντικές αποδείξεις βελτιωμένων κλινικών αποτελεσμάτων, ώστε να υποστηριχθεί η χρήση τέτοιων πολυδάπανων συστημάτων.
Συμπεράσματα
Συνολικά, η χρήση ρομποτικών συστημάτων μπορεί δυνητικά να οδηγήσει σε καλύτερη τοποθέτηση των υλικών, αν και υπάρχουν μειονεκτήματα κατά την εφαρμογή τους, όπως ο αυξημένος χειρουργικός χρόνος. Περισσότερες μελέτες απαιτούνται ώστε να αποδειχθεί ο κλινικός αντίκτυπος αυτών των συστημάτων. Ερωτηματικό αποτελεί επίσης η σχέση όφελους – κόστους.